Τετάρτη 31 Μαΐου 2023

Διαβάστηκε στην εκπομπή ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ του Α προγράμματος της ΕΡΤ του Χρήστου Μιχαηλίδη στις   11.6.2021


ΤΑ ΓΕΡΑΜΑΤΑ

     Έρχονται στα χρόνια που απευχόμαστε την ύπαρξή τους. Στην αρχή αντιμετωπίζονται με χιούμορ, γιατί ακόμα νομίζουμε ότι έχουμε καιρό και για την ανυπαρξία τους μας βεβαιώνουν το περίγυρό μας και φίλοι. Όμως με τον τρόπο που το βεβαιώνουν ενυπάρχει η αλήθεια του ερχομού τους.

     Εμφανίζονται συνήθως με την επιθυμία της ανάγνωσης των κηδειόχαρτων σε στύλους της ΔΕΗ και σε φθαρμένους τοίχους. Μια επιθυμία που συνοδεύεται από ένα αίσθημα στιγμιαίου καθησυχασμού που δεν είμαστε εμείς στη θέση του αποβιώσαντος.

     Συνήθως σου χτυπάνε την πόρτα μετά τα εβδομήντα πέντε ή μετά από μια ασθένεια και το νιώθεις  όταν οι γιατροί σε κοιτάνε μ’εκείνο το ψεύτικο χαρούμενο ύφος και σε διαβεβαιώνουν ότι είσαι καλά.

     Αποφεύγουνε τις κηδείες λες κι ο θάνατος είναι κολλητικός αλλά κατά βάθος φοβούνται ‘ότι έτσι τον πλησιάζουν.

     Χαίρονται ιδιαίτερα τα μεσημεριανά τραπέζια με παιδιά και εγγόνια φιλοσοφώντας  ενίοτε για τη συνέχεια των γενεών, αποφεύγοντας να σκεφτούν σε τι κόσμο θα μεγαλώσουνε έτσι πως καταντήσανε σήμερα τα πράματα.  Και κάθε γουλιά κρασί που πίνουνε σ’συτά τα τραπέζια δεν έχει να κάνει με τη βιασύνη της νιότης τους αλλά με την πλήρη συναίσθηση ότι η ζωή συνεχίζεται και παραμένει όμορφη.

     Αν έχουν την τύχη να έχουν καλούς απογόνους τότε μπορούν να ελπίζουν σε μια θέση στο μεσημεριανό τους τραπέζι. Αν όχι, τους περιμένουνε οι οίκοι ευγηρίας όπου η συχνότητα επισκέψεων των δικών τους είναι ευθέως ανάλογη με την αγάπη που νιώθουν γι΄αυτούς

     Και ξαφνικά τους πιάνει μια διάθεση να δούνε παλιές φωτογραφίες της νιότης τους. Ο παλιός και ως εκ τούτου αδυσώπητος χρόνος θα αρχίσει τότε δια των συνειρμών να τους βάζει πια σ’έναν άλλο κόσμο. Έναν κόσμο σαν γλυκό και δροσερό μαξιλάρι ευχάριστου ύπνου. Θα ξαναγυρνάνε στη στιγμή της φωτογράφησης, με πλήρη συνείδηση ότι εκείνη τη στιγμή παγιδεύεται το σώμα τους στην Ιστορία κι εξορκίζεται ο Θάνατος. Ακούνε μουσικές που τους συνόδευαν στα νιάτα τους και διαβάζουν παλιά γράμματα φίλων ή βλέπουν υλικό ιστορικών γεγονότων που μάζευαν στα αρχεία τους.

     Όλοι νιώσαμε κάποτε την απατηλή αντίληψη του χρόνου. Μιλάω για τους γεννημένους το 40  με 45, όπου στα δεκαπέντε περίπου χρόνιας μας αναρωτιόμασταν αν θα ζούσαμε ως το μυθικό τότε έτος 2000. Μας φαινότανε μια χρονολογία βουνό. Σήμερα χαμογελάμε με πονηριά όταν ξαναφέρνουμε στο νου μας εκείνες τις παλιές σκέψεις και χρόνο με το χρόνο τον καλοπιάνουμε μπας και μας ξεχάσει όσο περισσότερο γίνεται.

     Παλιά με έπιανε σχεδόν  μια αγανάκτηση για το ότι εγώ θα λείπω όταν όλοι οι άλλοι θα απολαμβάνανε τα μικροπράγματα της ζωής και την ευτυχία του να υπάρχουνε, όταν ξαφνικά έκανα μια μέρα την απλή, απλούστατη σκέψη  ότι μα και πριν γεννηθώ η ζωή υπήρχε κι όλοι την χαιρόντουσαν και κυλούσε γι’αυτούς παρόλο που εγώ ήμουν ανύπαρκτος. Ήτανε μια στιγμή λύτρωσης για μένα  Έκτοτε απολαμβάνω μια ζεστή σούπα, μια ηλιόλουστη μέρα του καλοκαιριού, τον καυγά των εγγονών μου και το στραβομουτσούνιασμα της γυναίκας μου που δεν έπλυνα καλά τα πιάτα, να φοράς γυαλιά μου λέει συνέχεια

     Τελικό συμπέρασμα, μην τα φοβάστε τα γηρατειά. Κι αυτά θα περάσουν όπως όλες οι παιδικές ασθένειες.  Άλλωστε το είπε κι Βάρναλης. Ένα πουφ ειν’η ζω

Διαβάστηκε στην εκπομπή ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ του Α προγράμματος της ΕΡΤ του Χρήστου Μιχαηλίδη στις   9.8.2022

Ο ΤΡΕΛΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ

          Συνήθως τριγυρνάνε σε μνημόσυνα και κηδείες λες κι έχουν μια σχέση υπερκόσμια μ’αυτού του είδους τις τελετές Δεν ζητιανεύουν ποτέ, δείγμα κι αυτό μιας περηφάνιας που την έχουνε χωρίς ούτε καν να την ξέρουνε.

          Πάντα κάτι σιγομουρμουρίζουν περπατώντας. Εκείνη την ώρα κανείς δεν υπάρχει γι’αυτούς, παρά μόνο η απόλυτη μοναξιά ενός ταραγμένου μυαλού που ταξιδεύει μόνο του σε τόπους ασχημάτιστους όπου η ηρεμία και η απόλυτη σιγή βασιλεύουν.

          Κάθε χωριό έχει τον τρελό του. Και αν δεν έχει βρίσκουνε τον πιο αλαφροΐσκιωτο και τον χρίζουνε τρελό για να έχουνε οι ελληναράδες των καφενείων κάπου να ξεσπάνε την απάνθρωπη διασκέδασή τους θέλοντας ντε και καλά να επιβεβαιώσουν ην νοητική τους υπεροχή, κοροϊδεύοντάς τον, χωρίς να ξέρουν ότι αυτοί οι ίδιοι είναι καταγέλαστοι που δυο γαϊδουριών άχερα δεν μπορούν να μοιράσουν οι ανόητοι. Ενίοτε αντί να τον δουλεύουνε, τους δουλεύει.

          Συνήθως υπάρχει και μια μάνα που διακριτικά στέκεται δίπλα του να τον περιμαζέψει όταν αγριεύουν τα πράματα με τους σκληροτράχηλους αυτούς λεβέντες. Κι όταν σπάνια θυμώνει βγάζει άναρθρες κραυγές με σπαραγμό λες κι απευθύνεται σε έναν δικό του και μόνο Θεό.

Μόνο αργά τη νύχτα κάθονται κάπου απόμερα κι ανατρέχουνε με το νου τους πράγματα που κανενός γνωστικού το μυαλό δεν μπορεί να συλλάβει. Είναι η ώρα που πρέπει να τους σεβόμαστε. Είναι η ώρα που θα θέλαμε κι εμείς για τον εαυτό μας, 

          Ο τρελός του χωριού δεν έχει καμία σχέση με τον τρελό της πόλης. Ο πρώτος καθορίζεται και επαυξάνεται από την παίγμωνα διάθεση των συγχωριανών του κι ο δεύτερος από τη συχνότητα των επικύψεών του στον ψυχίατρο. Άλλωστε ο τρελός του χωριού δεν έχει την πολυτέλεια της ιατρικής παρακολούθησης. Από τα πρώτα ακόμα δείγματα της τρέλας, οι γονείς του αφήνονται στη μοίρα τους βλέποντάς τον να μεγαλώνει μακριά από παρέες και ομαδικά παιχνίδια και σίγουρα αυτός είναι ο λόγος που τον αγαπούνε περισσότερο σεβόμενοι τον ιδιόμορφο ψυχισμό του.

 

Τέλος ο τρελός του χωριού αποτελεί για μας την πυξίδα της ηθικής μας και ως εκ τούτου τον οφειλόμενο σεβασμό μας προς αυτόν.